Ο αναπτυξιακός νόμος, παραδοσιακά στην Ελλάδα, προϋποθέτει ίδια συμμετοχή των επιχειρηματιών, πιθανό τραπεζικό δανεισμό και στο τέλος την συμμετοχή του δημοσίου δίκην επιδότησης. Πλέον όμως, οι εγχώριοι επιχειρηματίες δεν έχουν ίδια κεφάλαια για επενδύσεις θύματα της αλόγιστης φορολογίας, η αδυναμία της κυβέρνησης να διατηρήσει ένα σταθερό φορολογικό καθεστώς για διάστημα μεγαλύτερο της μίας εβδομάδας (τότε αρχίζουν οι εγκύκλιοι!) αποτρέπει τους ξένους επιχειρηματίες που πιθανόν θα ενδιαφέρονταν να επενδύσουν εδώ, ενώ η γενικότερη κρίση και η αλόγιστη οικονομική πολιτική της τελευταίας διετίας έχει εξαντλήσει την χρηματοδοτική δυνατότητα των τραπεζών.
Κερασάκι στην τούρτα: η ανασφάλεια και η έλλειψη εμπιστοσύνης ότι η κεντρική κυβέρνηση θα είναι συνεπής στις προθεσμίες καταβολής της δημόσιας επιχορήγησης, καθώς ο μέσος επιχειρηματίας έχει πλέον λαμβάνειν κάποιο ποσό από το δημόσιο, το οποίο όχι μόνο παραμένει ανεξόφλητο επί μακρόν αλλά είναι και αβέβαιο το πότε θα εξοφληθεί…
Αποτέλεσμα: το Υπουργείο Ανάπτυξης να ανακοινώνει ότι «διαθέτει χρήμα» για να ενισχύσει την επιχειρηματικότητα και να διαπιστώνει με αγωνία ότι οι επιχειρηματίες δεν ανταποκρίνονται, όπως θα διαβάσετε στο άρθρο που ακολουθεί… Σκέφτομαι πως, αντί διαπιστώσεων, ίσως θα έπρεπε να εργαστεί ώστε να άρει ουσιαστικά και άμεσα τα εμπόδια της επιχειρηματικότητας…
Απογοητευτική ανταπόκριση επιχειρήσεων στο «κάλεσμα» του αναπτυξιακού νόμου [άρθρο της Δήμητρας Mανιφάβα, από την Καθημερινή της Κυριακής 20.11.2011]
Τουρισμός, βιομηχανία τροφίμων και ενέργεια είναι οι τομείς που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον των υποψήφιων επενδυτών, οι οποίοι έχουν υποβάλει προτάσεις στο πλαίσιο της δεύτερης προκήρυξης για τα γενικά καθεστώτα του νέου επενδυτικού νόμου, ενώ τα επενδυτικά σχέδια προέρχονται στην πλειονότητά τους από μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Το τελευταίο στοιχείο επιτρέπει μία διαπίστωση και μία πρόβλεψη. Κατ’ αρχάς, παρά τις ευνοϊκές διατάξεις του νέου επενδυτικού νόμου, λίγες είναι οι επιχειρήσεις εκείνες που αποφασίζουν να επενδύσουν, κυρίως διότι οι περισσότερες και να θέλουν δεν μπορούν, καθώς είτε δεν διαθέτουν επαρκή ίδια κεφάλαια είτε αδυνατούν να βρουν τραπεζική χρηματοδότηση. Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι το γεγονός ότι στο πλαίσιο της δεύτερης προκήρυξης του νέου επενδυτικού νόμου ο συνολικός προϋπολογισμός των σχεδίων που υποβλήθηκαν υπολείπεται σημαντικά του διαθέσιμου βάσει της κατανομής του υπουργείου προϋπολογισμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης, στο πλαίσιο της β΄ προκήρυξης υποβλήθηκαν συνολικά 179 επενδυτικά σχέδια συνολικού προϋπολογισμού 854.161.975 ευρώ, ενώ ο διαθέσιμος προϋπολογισμός ήταν 3,27 δισ. ευρώ. Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και κατά την πρώτη προκήρυξη, με αποτέλεσμα ποσό 590 εκατ. ευρώ που είχε περισσέψει να μεταφερθεί στη δεύτερη προκήρυξη για τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων που θα υπαχθούν στο καθεστώς της περιφερειακής συνοχής. Με άλλα λόγια, λεφτά… υπάρχουν, αλλά όχι ανάλογο επενδυτικό ενδιαφέρον.
Ανησυχία
Και αν η διαπίστωση είναι απογοητευτική, η πρόβλεψη είναι ανησυχητική. Πολλοί είναι αυτοί που εκτιμούν πως αρκετά από τα επενδυτικά σχέδια που θα εγκριθούν προς χρηματοδότηση από τον αναπτυξιακό νόμο –ειδικά αυτά που αφορούν επενδύσεις πολύ μικρών επιχειρήσεων– δεν θα καταστεί δυνατό να ολοκληρωθούν. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τα στοιχεία των αρμόδιων υπηρεσιών του υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, η πλειονότητα των επενδυτικών σχεδίων στο πλαίσιο της β΄ προκήρυξης (65 από τα 179) υποβλήθηκαν από πολύ μικρές επιχειρήσεις. Πενήντα έξι σχέδια υποβλήθηκαν από μικρές επιχειρήσεις, 24 από μεσαίες και 34 από μεγάλες. Τα 179 επενδυτικά σχέδια προβλέπουν τη δημιουργία συνολικά 1.590 νέων θέσεων εργασίας, εκ των οποίων το 51% αφορούν τον κλάδο των υπηρεσιών, το 28% τον κλάδο της μεταποίησης, το 16% τον κλάδο του τουρισμού και το 5% τον πρωτογενή τομέα της οικονομίας (γεωργία-κτηνοτροφία-αλιεία).
Μεταξύ των προτάσεων που ξεχωρίζουν είναι η επένδυση στον κλάδο των χερσαίων μεταφορών, η οποία έχει υποβληθεί στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Πρόκειται για επένδυση συνολικού προϋπολογισμού 706.775 ευρώ, η οποία, εάν υλοποιηθεί, θα δημιουργήσει 600 νέες θέσεις εργασίας.
Iδιαιτέρως σημαντικές επενδύσεις αναμένονται στον κλάδο της ενέργειας, που αποτελεί άλλωστε και βασική προτεραιότητα στον αναπτυξιακό σχεδιασμό της κυβέρνησης. Από τα 179 σχέδια, τα 22 αφορούν τον κλάδο αυτό με συνολικό προϋπολογισμό 395.384.999,9 ευρώ, τα οποία θα δημιουργήσουν 33 νέες θέσεις εργασίας.
Μέσα από τις προτάσεις που έχουν υποβληθεί αναδεικνύεται, επίσης, η σημασία που έχει για την ελληνική οικονομία η βιομηχανία τροφίμων. Οι προτάσεις που αφορούν επενδύσεις στον εν λόγω κλάδο είναι 21, συνολικού προϋπολογισμού 35.988.212,56 ευρώ, και προβλέπουν τη δημιουργία 95 νέων θέσεων εργασίας. Ακόμη μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των επενδυτικών σχεδίων που αφορούν στον τουρισμό. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης, έχουν κατατεθεί στο πλαίσιο της δεύτερης προκήρυξης 48 προτάσεις για επενδύσεις σε τουριστικά καταλύματα, συνολικού ύψους 190.059.352,2 ευρώ, μέσω των οποίων θα δημιουργηθούν 258 νέες θέσεις εργασίας.
Θετικό, τέλος, είναι το γεγονός ότι οι περισσότερες επενδυτικές προτάσεις αφορούν την περιφέρεια και μάλιστα περιοχές οι οποίες έχουν δεχθεί βαρύ πλήγμα από την έντονη αποβιομηχάνιση των τελευταίων ετών, όπως είναι η Κεντρική Μακεδονία. Οι επενδυτικές προτάσεις που αφορούν αυτή την περιφέρεια είναι 30, οι περισσότερες από κάθε άλλη περιφέρεια. Στη δεύτερη θέση με 23 προτάσεις ακολουθεί η Κρήτη και στην τρίτη θέση με 20 προτάσεις η Αττική.