[Την ημέρα που μου προτάθηκε για πρώτη φορά να αναλάβω γενικός διευθυντής εταιρείας, ζήτησα τη βοήθεια κάποιων εμπειρότερων φίλων καλώντας τους στο σπίτι για ποτό και κουβέντα. Τέσσερεις ώρες μετά, η γυναίκα μου -που ως τότε στωικά μας άκουγε- ρώτησε: “δηλαδή τι δουλειά θα κάνεις; τι δουλειά κάνει ένας γενικός διευθυντής, ένας μάνατζερ;””Θα αποφασίζει! Θα κάνει και πολλά άλλα, αλλά στην ουσία θα πληρώνεται για να αποφασίζει!”, της απάντησε πριν προλάβω να πω λέξη ο Βασίλης, ο οποίος τότε “κουβάλαγε” ήδη μια πενταετία γενικού διευθυντή θυγατρικής πολυεθνικής στο εξωτερικό. Έδωσα την ίδια απάντηση πολλές φορές έκτοτε, στα χρόνια που ασκώ ανώτατη διοίκηση, αλλά πάντα τη θυμάμαι με σεβασμό, όπως την ξαναθυμήθηκα τις προάλλες διαβάζοντας το άρθρο που ακολουθεί.]
Το 1964, στη δεξίωση που ακολούθησε την τελετή για τη μετονομασία της Σχολής Διοίκησης του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης, μιας από τις καλύτερες σχολές του κόσμου, σε Sloan School of Management, προς τιμήν του Alfred Sloan, προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της General Motors, της τότε μεγαλύτερης βιομηχανίας του κόσμου, που εθεωρείτο πρότυπο για όλες τις ΗΠΑ, ένας νεαρός δημοσιογράφος τον ρώτησε:
«Κύριε Sloan, ως καταξιωμένος ηγέτης της μεγαλύτερης και καλύτερης αυτοκινητοβιομηχανίας του κόσμου, θυμάστε εάν λάβατε ποτέ μια λανθασμένη απόφαση;» Ο Sloan τον κοίταξε με το διεισδυτικό του βλέμμα και, αφού τράβηξε μια ρουφηξιά από το μεγάλο πούρο του, τού απάντησε: «Πόσο καιρό έχετε στη διάθεσή σας;» και πριν ο σαστισμένος δημοσιογράφος προλάβει να απαντήσει, συνέχισε λέγοντας: «Γιατί θα μας πάρει όλη τη νύχτα για να σας απαριθμήσω μόνο μερικές από τις λανθασμένες αποφάσεις που έχω πάρει», καταλήγοντας στο ότι «εάν ένας μάνατζερ είναι σωστός στο 50% των αποφάσεών του, τότε είναι ένας καταπληκτικός μάνατζερ».
Η απάντηση του Sloan εντυπωσίασε τους παρισταμένους και έγινε θέμα συζήτησης στον κόσμο των επιχειρήσεων και των πανεπιστημίων για πολλά χρόνια.
Δεν εννοούσε βέβαια ο μεγάλος αυτός άνδρας ότι το 50% των αποφάσεών του, που χαρακτήρισε λανθασμένες, αφαίρεσε αξία από την εταιρεία του. Απλώς, δεν ήταν οι βέλτιστες από αυτές που αξιολόγησε. Είχε επιλέξει, είτε από λάθος είτε εν γνώσει του, άλλοτε τη δεύτερη καλύτερη, άλλοτε την τρίτη και, αρκετές φορές, άλλες λύσεις που βρίσκονταν πολύ χαμηλότερα ανάμεσα από τις εναλλακτικές που είχε στη διάθεσή του. Απλώς, ο Sloan, ως έμπειρος και αποτελεσματικός ηγέτης, διέφερε από πολλούς άλλους ηγέτες που προσδίδουν μεγαλύτερη σημασία στη διανοητική και φιλοσοφική εμπλοκή τους σε συζητήσεις υψηλής στρατηγικής και λιγότερο, εάν όχι καθόλου, στην καλή εκτέλεση των επιχειρησιακών τους σχεδίων. Η βασική του επιδίωξη ήταν πώς να επιτυγχάνεται ο διαρκής έλεγχος όλης της επιχείρησης μ’ έναν τρόπο συνεπή με την αποκεντρωμένη οργάνωσή της (!).
Υπάρχουν και άλλα παραδείγματα ηγετών, όπως του Jack Welch της General Electric, του Sam Walton της Wall-Mart ή του Steve Jobs της Αpple, οι οποίοι είχαν πολύ δυνατή παρουσία στις επιχειρήσεις τους και όχι μόνο. Οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις τους γνώριζαν τις πεποιθήσεις και τις προσδοκίες τους, καθώς αφιέρωναν πολύ χρόνο να μελετούν με τα στελέχη τους τα επιχειρησιακά τους σχέδια και δημιουργούσαν ευκαιρίες απευθείας διαλόγου κάνοντας τις σωστές ερωτήσεις. Αυτή η τακτική, όχι μόνο τους βοηθούσε να αντιληφθούν οι ίδιοι πώς πήγαιναν τα πράγματα, αλλά παράλληλα, βοηθούσε τα στελέχη τους να προβληματίζονται και να βρίσκουν τι πρέπει να κάνουν.
Ολοι τους έβλεπαν τη διαδικασία εκτέλεσης ενός σχεδίου ως βασικό στοιχείο της στρατηγικής, το οποίο στην ουσία συμβάλλει και στη διαμόρφωσή της. Γιατί, πολύ απλά, μια στρατηγική δεν έχει αξία εάν δεν μπορεί να εκτελεστεί.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν πολλοί ηγέτες που θεωρούν ότι η εκτέλεση των επιχειρησιακών σχεδίων τους δεν τους αφορά, καθώς πιστεύουν ότι αυτή υπάγεται περισσότερο σε θέματα τακτικής και όχι στρατηγικής φύσης. Επειδή προφανώς δεν έχουν αντιληφθεί τη μεγάλη σχέση της εκτέλεσης με τα αποτελέσματα και, επομένως, ότι αυτή πρέπει να διεκδικεί ένα σημαντικό μέρος της ενασχόλησης ενός ηγέτη, την αναθέτουν στους υφισταμένους τους, διατηρώντας για τον εαυτό τους μόνο την εμπλοκή τους στα πολύ μεγάλα θέματα. Αυτή τους η αντίληψη είναι το βασικό χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί τον ηγέτη που απλώς προεδρεύει από εκείνον που ηγείται.
Πολλοί από αυτούς τους ηγέτες διαθέτουν μεγάλες επικοινωνιακές ικανότητες, είναι σε θέση να αντιλαμβάνονται και να εξηγούν πολύπλοκες διανοητικές έννοιες και στρατηγικές, και είναι ικανοί να προωθούν τον εαυτόν τους στις κατάλληλες θέσεις.
Το να συγκεντρώνει όμως κάποιος όλες αυτές τις ιδιότητες δεν σημαίνει ότι μπορεί να εκτελεί στην πράξη, δηλαδή να συλλαμβάνει την έννοια της πραγματικότητας και να μετατρέπει ένα όραμα σε συγκεκριμένες δράσεις, τοποθετώντας τους σωστούς ανθρώπους στις σωστές θέσεις για την πραγματοποίησή του.
Χωρίς αμφιβολία, ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός και η πορεία της χώρας μας τις τελευταίες δεκαετίες πιστοποιούν ότι τα ηγετικά μας στελέχη σε όλα τα διοικητικά επίπεδα της πολιτικής και δημόσιας διοίκησης, με τις φωτεινές φυσικά εξαιρέσεις, ανήκουν στην τελευταία κατηγορία.
Αρέσει σε εμάς τους Ελληνες να φιλοσοφούμε και να αφιερώνουμε άπλετο χρόνο σε συζητήσεις και αναλύσεις υψηλής στρατηγικής για την ιδανική λύση, χωρίς ωστόσο να έχουμε μελετήσει διεξοδικά και εξασφαλίσει την εφικτότητα των σχεδίων που αποφασίζουμε.
Ακόμη χειρότερα, δεν αφιερώνουμε τον απαιτούμενο χρόνο για να εξασφαλίσουμε τη σωστή εκτέλεση των σχεδίων που μόλις αποφασίστηκαν, γιατί, αφενός, πολλοί από εμάς εξακολουθούμε να διαφωνούμε και να μη συνεργαζόμαστε (!), και αφετέρου, έχουμε όλοι ήδη εμπλακεί σε συζητήσεις και αναλύσεις υψηλής στρατηγικής για άλλα θέματα.
Στις κρίσιμες ημέρες που διέρχεται η χώρα μας, αλλά και η ανθρωπότητα, είναι καιρός να μάθουμε να κρίνουμε τους ηγέτες μας από τα αποτελέσματα των έργων τους και όχι από τα λόγια τους.
* άρθρο του κ. Τάκη Αθανασόπουλου, ομότιμου καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιώς και αντιπροέδρου του ΙΟΒΕ, από την Οικονομική Καθημερινή της Κυριακής 06.11.2011