Τον τελευταίο καιρό, η διεθνής επικαιρότητα προσέφερε στους θεωρητικούς της διοικητικής επιστήμης αλλά και στους απλούς αναγνώστες αρκετά περιστατικά, τα οποία αποκαλύπτουν τους «ηθικούς λαβυρίνθους» –κατά τον καθηγητή Κοινωνιολογίας Ρόμπερτ Τζάκαλ– στην καθημερινότητα των επιχειρήσεων και των διεθνών οργανισμών. Αρχής γενομένης από τις κολάσιμες πράξεις για τις οποίες κατηγορείται ο πρώην παντοδύναμος επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος-Καν, εντοπίζουμε και άλλα σοβαρά ατοπήματα ηθικής φύσεως στα διαβόητα «πάρτι οργίων» των στελεχών της Munich Re, την κατάχρηση απόρρητων πληροφοριών για ίδιο όφελος στη Renault, την Berkshire Hathaway, την Galleon Group (της οποίας ο ιδρυτής καταδικάστηκε για συναφείς εγκληματικές πράξεις), καθώς και στις συνεχιζόμενες αυτοκτονίες στη France Telecom.
Από το 1992 στη Βρετανία, όταν η επιτροπή Κάντμπουρι για την εταιρική διακυβέρνηση οριοθέτησε τους κύριους άξονες, πάνω στους οποίους κτίστηκαν οι κώδικες και οι κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης σε Ευρώπη και ΗΠΑ, τον νόμο Σαρμπάνης-Οξλεϊ το 2002 για την εξυγίανση των ελεγκτικών εταιρειών και μέχρι σήμερα, πολλά ερωτήματα εγείρονται για την επάρκεια και αποτελεσματικότητα των εταιρικών κωδίκων δεοντολογίας (περίπτωση Ντέιβιντ Σοκόλ/Berkshire), τη συνοχή και την αποδοχή της οργανωσιακής ηθικής κουλτούρας (Renault), αλλά και το πώς οι κανόνες εφαρμόζονται εντός και εκτός οργανισμού (Munich Re, France Telecom).
O «μάντης της Ομάχα», Γουόρεν Μπάφετ, συνοψίζοντας το πόσο σημαντικό περιουσιακό στοιχείο είναι η φήμη και η ακεραιότητα μιας επιχείρησης, είχε δηλώσει: «Εμείς στην Berkshire Hathaway μπορούμε να επενδύσουμε χρήματα και να τα χάσουμε. Δεν μας επιτρέπεται, όμως, να χάσουμε τη φήμη μας». Ωστόσο, ο ίδιος αποδείχθηκε επιπόλαιος στην εκτίμηση του αντικτύπου από την υπόθεση Ντέιβιντ Σοκόλ και την εξαγορά Lubrizol σε αυτήν ακριβώς τη φήμη. Επιπλέον, οι κώδικες δεοντολογίας και οι εσωτερικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί της εταιρείας του αποδείχθηκαν ανεπαρκείς. Ο κ. Σοκόλ, ο οποίος έχει παραιτηθεί πλέον από την Berkshire Hathaway, αγόρασε στις αρχές του 2011 μετοχές της Lubrizol αντί 9 εκατ. δολαρίων. Στη συνέχεια πρότεινε στον Γουόρεν Μπάφετ να την εξαγοράσει και εισακούστηκε. Μετά την εξαγορά της τον Μάρτιο, όπως ήταν αναμενόμενο, αυξήθηκε η αξία του μεριδίου του κατά 3 εκατ. δολάρια τουλάχιστον. Υπήρξε, λοιπόν, χρήση απόρρητων πληροφοριών; Ο κ. Μπάφετ, ο οποίος σε πρώτο χρόνο υπερασπίστηκε τον παρ’ ολίγον διάδοχό του Ντέιβιντ Σοκόλ, γνώριζε εγκαίρως για τις μετοχές του στη Lubrizol. Προσφάτως, απέρριψε μετά βδελυγμίας τις κινήσεις του, «οι οποίες παραβίασαν όλους τους κώδικες ηθικής και δεοντολογίας».
Στον «κώδικα εταιρικής συμπεριφοράς και ηθικής» της Berkshire Hathaway προβλέπεται πως οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων πρέπει να αναφέρεται στην αρμόδια ελεγκτική επιτροπή του διοικητικού συμβουλίου, ενώ η οποιαδήποτε γνώση απόρρητης πληροφορίας πρέπει να χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της εταιρείας. Κατά τον πανεπιστημιακό και πρώην μέλος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Τζόζεφ Γκράντφεστ, ο κ. Μπάφετ δεν παραβίασε κανόνες, ενημερώθηκε για τις μετοχές του συνεργάτη του, αλλά δεν ζήτησε περισσότερες αναγκαίες λεπτομέρειες. Πάντως, είναι προς τιμήν του ότι δημοσιοποίησε την υπόθεση και το χρονοδιάγραμμα των κινήσεών του.
Μελετώντας το, διαφαίνεται πως πιθανώς ο Ντέιβιντ Σοκόλ να αγόραζε μετοχές της Lubrizol όταν παράλληλα συζητούσε με επενδυτικούς τραπεζίτες για το ενδεχόμενο εξαγοράς της. «Ο Γουόρεν Μπάφετ θα έπρεπε να έχει ζητήσει από τον Ντέιβιντ Σοκόλ να του αποκαλύψει πλήρως τις επενδύσεις του και το πότε έγιναν», παρατηρεί ο καθηγητής Εταιρικής Διακυβέρνησης στο Κολούμπια, Φράνκλιν Εντουαρντς. «Επιπλέον, θα έπρεπε να είχε ενημερωθεί η ελεγκτική επιτροπή, αμέσως μόλις ανέκυψε ενδιαφέρον για τη Lubrizol, και ίσως το καλύτερο θα ήταν ο κ. Σοκόλ να πωλήσει τις μετοχές του και να απέχει συνολικά από τις συζητήσεις για την εξαγορά της».
Στην περίπτωση του φιάσκου της βιομηχανικής κατασκοπείας της Renault, ο διευθύνων σύμβουλός της αντέδρασε με απαράδεκτη απερισκεψία, παραβιάζοντας τον βασικό κανόνα δεοντολογίας της εταιρείας του περί αδιάσειστων τεκμηρίων ενοχής εις βάρος εργαζομένων. Εκ των υστέρων, ο Κάρλος Γκοσν διατράνωσε την πρόθεσή του να αποκαταστήσει την τρωθείσα αξιοπιστία της. Τι συνέβη, όμως; Στελέχη του τμήματος ασφαλείας της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας χρησιμοποίησαν ως αξιόποινο τέχνασμα «απόρρητες πληροφορίες» για την κατασκευή του ηλεκτροκίνητου αυτοκινήτου, αποσκοπώντας να εξυφάνουν μια υπόθεση βιομηχανικής κατασκοπείας. Στοχοποιήθηκαν τρία υψηλόβαθμα στελέχη και απολύθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες, γιατί εφέροντο να έχουν πουλήσει τις πληροφορίες σε κινεζικές εταιρείες – όπως είχαν ισχυριστεί ακόμη και κρατικοί παράγοντες. Τα χρήματα της υποτιθέμενης δωροδοκίας τοποθετούνταν σε λογαριασμούς στην Ελβετία και στο Λιχτενστάιν. Η υπόθεση πυροδοτήθηκε από ανώνυμες επιστολές, που έφθασαν στη Renault, ενώ για την εξιχνίασή της ασχολήθηκε το αρμόδιο τμήμα ασφάλειας της εταιρείας. Στον μυστικό αποστολέα το τμήμα ασφαλείας της Renault κατέβαλε 300.000 ευρώ ως πληρωμή. Οι εισαγγελικές αρχές, όμως, δεν αποκάλυψαν κανέναν λογαριασμό των εξοστρακισθέντων, αντιθέτως στράφηκαν εναντίον των στελεχών του τμήματος ασφαλείας, οι οποίοι φαίνεται ότι κατασκεύασαν τα περί κατασκοπείας. Η Renault απομάκρυνε τον γενικό της διευθυντή, Πατρίκ Πελάτα, και εδραίωσε αυστηρότερο σύστημα εσωτερικών ελέγχων και δεοντολογίας.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Renault, ο οποίος χωρίς ακράδαντα στοιχεία είχε από τηλεοράσεως «διαπομπεύσει» τα τρία απολυθέντα στελέχη, τους ζήτησε δημοσίως συγγνώμη, πρότεινε επαναφορά στις θέσεις τους και τους πρόσφερε υλική αποζημίωση.
«Ηθικό είναι αυτό που σου ζητάει η εταιρεία»
Η μελέτη του καθηγητή Kοινωνιολογίας στο Κολέγιο Γουίλιαμς της Μασαχουσέτης Ρόμπερτ Τζάκαλ, «Ηθικοί Λαβύρινθοι: Ηθική, Επιχειρήσεις και ο Κόσμος των Μάνατζερ», δημοσιεύθηκε πριν από 23 χρόνια. Παρά τη διαφοροποίηση στην οργάνωση και τη διοίκηση των παγκοσμιοποιημένων επιχειρήσεων σήμερα, η μελέτη του λογίζεται κλασική στη θεωρία των οργανισμών και στην κοινωνιολογία των επιχειρήσεων. Σε αυτήν αποτυπώνονται τα πορίσματα από την εκτεταμένη έρευνα του κ. Τζάκαλ σε πολλές επιχειρήσεις με τη συμμετοχή στελεχών από διαφορετικές βαθμίδες. «Αυτό που είναι ορθό στην εταιρεία δεν ταυτίζεται με ό, τι είναι ορθό στο σπίτι σου ή στην εκκλησία σου. Το ορθό στην εταιρεία ταυτίζεται με αυτό που ζητάει ο τύπος που βρίσκεται πάνω από σένα στην ιεραρχία. Αυτό είναι η ηθική στην εταιρεία», αποφαίνεται πρώην αντιπρόεδρος εταιρείας. Χωρίς να υποβαθμίζει καθόλου τη σημασία των κωδίκων δεοντολογίας και των μηχανισμών ελέγχου και πρόληψης των επιχειρήσεων, ο Ρόμπερτ Τζάκαλ επισημαίνει πως, «σε καθημερινή βάση έχουν σημασία οι πρακτικοί ηθικοί κανόνες, οι οποίοι διαμορφώνονται στο πλαίσιο των προσωπικών και δομικών περιορισμών της εκάστοτε εταιρείας και οι οποίοι τις περισσότερες φορές είναι άρρητοι».
Στη θεωρία…
Ανατρέχοντας στους κώδικες διεθνών ομίλων, διαπιστώνουμε ότι διακηρύσσουν την αφοσίωσή τους στις κύριες αρχές ορθής εταιρικής διακυβέρνησης: τον σεβασμό των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων εντός κι εκτός οργανισμού (ισότιμη συμμετοχή γυναικών – ανδρών στη διοικητική δομή, σεβασμός στη διαφορετικότητα, διαφάνεια, πρόσβαση των μετόχων στα οικονομικά στοιχεία, ενημέρωση, λογοδοσία), την εξισορρόπηση οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, την προστασία του περιβάλλοντος, τη στήριξη της κοινότητας, εντός της οποίας η εταιρεία λειτουργεί κ. λπ.
Αυτό όμως δεν συμβαίνει απαραίτητα στην πράξη. Η γαλλική τηλεπικοινωνιακή France Telecom θρηνεί την τελευταία δεκαετία περισσότερους από 200 υπαλλήλους της, οι οποίοι έθεσαν τέλος στη ζωή τους λόγω των ανυπόφορων όρων εργασίας. Πριν από λίγο καιρό, ένας 57χρονος, πατέρας τεσσάρων παιδιών, αυτοπυρπολήθηκε γιατί δεν άντεξε τις συνεχείς μετακινήσεις από το ένα τμήμα σε άλλο και από τον ένα τόπο στον άλλο. Ο εμπνευστής της επικίνδυνης αυτής πολιτικής απομακρύνθηκε, αλλά οι αυτοχειρίες εξακολούθησαν. Πάντως, μία βασική αρχή της εταιρείας είναι «να διασφαλίζει ασφαλές περιβάλλον εργασίας και συνθήκες που προάγουν τις ικανότητες των υπαλλήλων της». Η δε Munich Re, η μεγαλύτερη αντασφαλιστική του κόσμου, «αντάμειψε» την αποδοτικότητα των στελεχών της με ένα «πάρτι οργίων» στη Βουδαπέστη, στο οποίο συμμετείχαν ιερόδουλες. Τι κι αν η πορνεία θεωρείται από κοινωνιολόγους ότι καταστρατηγεί κάθε έννοια γυναικείας αξιοπρέπειας και αυτοσεβασμού; Στο εσωτερικό της, η Munich Re προωθεί την ισότητα των φύλων…
* άρθρο της Κατερίνας Καπερναράκου στην Καθημερινή της 02.07.2011